- εὐγάμων
- εὔγαμοςhappily marriedmasc/fem/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ευγάμων ή Ευγάμμων — (6ος αι. π.Χ.). Επικός ποιητής από την Κυρήνη. Έγραψε το κυκλικό έπος Τηλεγόνεια, με θέμα την περιπέτεια του Οδυσσέα με τον γιο του από την Κίρκη Τηλέγονο, ο οποίος σκότωσε άθελά του τον πατέρα του και νυμφεύτηκε κατόπιν την Πηνελόπη … Dictionary of Greek